Ελληνικός Τιτανικός από την Αλεξάνδρα Μάνου

Ο μεγαλοπρεπής μαύρος  μεταλλικός όγκος που επέπλεε στη θάλασσα

διέκοψε αποφασιστικά  τον παφλασμό των κυμάτων ενώ οι στεριανοί της

συμπρωτεύουσας στην προκυμαία αγνάντευαν  και κουνούσαν μικρά ολόλευκα

κομμάτια αποχαιρετώντας – για πόσο άραγε – και δακρύζοντας, αν και η βεβαιότητα

της ασφάλειας ξεπερνούσε την αγωνία.

Πάνω από μισή εκατοντάδα ταξιδιώτες κάθε  λογής, απολάμβαναν το

παρθενικό ταξίδι μέσα σε ένα συνονθύλευμα προσδοκιών, γοητευμένοι από την

σιγουριά και την ταχύτητα με την οποία το τεχνολογικό επίτευγμα διέσχιζε τα

σκουρόχρωμα  κύματα του πελάγους. Ένα μωρό γύρευε το γάλα της μάνας του σαν

μάννα εξ ουρανού, ένας ερωτευμένος ατένιζε με λατρεία τις καλοσχηματισμένες

γραμμές του προσώπου της αγαπημένης του, ένας ναύτης πάλευε με πορτοκαλί

αλυσίδες την ώρα που ο ήλιος ανέβαινε στο χρυσαφένιο στερέωμα, οι σωσίβιες

βάρκες φάνταζαν παράταιρες μέσα στην ευδαιμονία.

Η στεντόρια φωνή  ξύπνησε το χάραμα μέσα στην πυκνή ομίχλη, η ρότα και ο

ασύρματος σώπασαν και υδάτινη λαίλαπα παρέσυρε στο βυθό μυριάδες κύτταρα

ανθρώπινης ύπαρξης, ανάμεικτα με υστερικές κραυγές και γοργόφτερες σκέψεις.

Γυναικείες φιγούρες, νιόφερτα στον κόσμο πλάσματα, τιμωρημένοι για μια ιδέα,

καπέλα εξουσίας κινήθηκαν σπασμωδικά γυρεύοντας τη σωτηρία. Οι τυχεροί δεν

πρόλαβαν να καταλάβουν ‧ η γνώση της βραχώδους ανύψωσης του θαλάσσιου

πυθμένα ήταν προνόμιο των λίγων. Ψυχρές λεπίδες αέρα και θάλασσας, πνιχτές

ανάσες του χθες και του σήμερα, μισές λέξεις, παραγγέλματα,   φωνές, αποσκευές

έσμιξαν με ανθρώπινα μέλη, δάκρυα και ικεσίες στο πορτοκαλένιο στερέωμα μέχρι

να σωπάσουν για πάντα. Μπορεί να έφταιγε η φωτιά, μπορεί ο πόλεμος, μπορεί το

μπέρδεμα, μπορεί ο πανικός, μπορεί και ο χρόνος.

Λίγο πριν, στο κρουαζιερόπλοιο όλοι είχαν παραδοθεί στην αγκαλιά του

Μορφέα και φαντασιοκοπούσαν.

Λίγο πιο πέρα, στην καφεπράσινη λωρίδα γης, η αυγή κοιμόταν, τα πουλιά

της θάλασσας πετούσαν ελεύθερα και οι ψαράδες ετοίμαζαν τα δίχτυα τους περίτεχνα

με ζηλευτή αφοσίωση.

Ένα αόρατο χέρι χαράζει  ερωτηματικά πάνω σε έναν ξεθωριασμένο χάρτη

πορείας. Ένα άλλο ζωγραφίζει με νερό και βράχια απαντήσεις. Κοντά στη μισή

εκατοντάδα πρόσωπα διαβαίνουν το κατώφλι της αθανασίας. Οι επιβάτες του

επιπλέοντος σιδερένιου πράγματος γράφονται στα λογιστικά βιβλία της μοίρας και οι

μνήμες στα βιβλία της ιστορίας.


Εμπνευσμένο από τη βύθιση του ελληνικού επιβατηγού ατμόπλοιου «Χειμάρρα» στις 19 Ιανουαρίου

1947, κοντά στη Νότια Εύβοια, που είχε ως συνέπεια την απώλεια τουλάχιστον 383 ανθρώπων και

έχει καταγραφεί στην ιστορία ως ο «ελληνικός Τιτανικός».

H φωτογραφία είναι από https://www.ethnos.gr/todayinhistory/article/191868/bythizetaitoploioxeimarratheoriessynomosiastoixeionoynmexrishmeratoys383nekroystoytitanikoythsellhnikhsaktoploias

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

"Σε αντάμωσα ξανά" της Σωτηρίας Περηφανοπούλου - Διήγημα

Ήρα Παπαποστόλου, Συγγραφέας και Ιστορικός Τέχνης

Βιβλιοστάτης καφέ στο Χαλάνδρι από την Αλεξάνδρα Μάνου