"Σε αντάμωσα ξανά" της Σωτηρίας Περηφανοπούλου - Διήγημα
Έκλεισε την πόρτα πίσω της. Κοντοστάθηκε. Ακόμα τα χέρια της έτρεμαν… Διέσχισε το επιβλητικό σαλόνι με τη μεγάλη τραπεζαρία και το πέτρινο τζάκι. Κοίταξε για λίγο τη φωτιά…Της άρεσε να διαβάζει με τον Κόλια και τη Βαρβάρα δίπλα στο αναμμένο τζάκι. Δεν ήταν ότι κρύωνε. ΌΧΙ. Της θύμιζε τη φωτιά, που έχει μέσα της. Μια φωτιά που την έκρυβε καλά. Μια φωτιά, που την είχε ξεχάσει. Ευτυχώς που βρέθηκε κάποιος στον δρόμο της, να της την ξαναθυμίσει. Τα παιδιά έπαιζαν στον κήπο και η κυρία Περηνάκοβα έπινε το τσάι της κάτω από το σκέπαστρο. - Κυρία με χρειάζεστε τίποτα άλλο; Είναι Σάββατο και θα ήθελα να πάω από απόψε στο σπίτι μου, αφού αύριο δεν δουλεύω. Αν είναι εφικτό δηλαδή. - Να πας Ιουλία. Αύριο έχουμε κανονίσει ούτως ή άλλως να φύγουμε από νωρίς το πρωί για το Ποροσκίνο με τους Λαβρίκοφ. Χρειαζόμαστε 2 ώρες τουλάχιστον για να φτάσουμε εκεί. Σε λίγο, θα τα βάλω για ύπνο, άλλωστε. Πέρασε η ώρα. Μα πες μου είσαι καλά; - Ναι κυρία. Ευχαριστώ. Είμαι απλά πολύ συγκινημένη, που για ακόμα ...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Άφησε το σχόλιό σου